- Ως µηλογαλακτική ζύµωση θεωρείται η µετατροπή του L-µηλικού οξέος προς L- γαλακτικό οξύ και διοξείδιο του άνθρακα µε την επίδραση µικροοργανισµών.
- Κατά συνέπεια, το αποτέλεσµα της µηλογαλακτικής ζύµωσης είναι η µείωση της ολικής οξύτητας των κρασιών, αφού ένα δικαρβονικό οξύ (µηλικό) µετατρέπεται σε µονοκαρβονικό (γαλακτικό). Κατά τη µηλογαλακτική ζύµωση παράγεται αποκλειστικά L-γαλακτικό οξύ. Το D-γαλακτικό οξύ παράγεται από τη γλυκόζη.
- Η βιοχηµική αντίδραση της µηλογαλακτικής ζύµωσης έχει µεγάλη σηµασία από τεχνολογική σκοπιά για γλεύκη µε υψηλή οξύτητα, τα οποία παράγονται συνήθως σε περιοχές µε ψυχρό κλίµα.
- Τα γαλακτικά βακτήρια που προκαλούν τη µηλογαλακτική ζύµωση είναι κόκκοι και βάκιλοι των γενών Leuconostoc (ετεροζυµωτικοί κόκκοι), Pediococcus (οµοζυµωτικοί κόκκοι) και Lactobacillus (όµο- και ετεροζυµωτικοί βάκιλοι). Αυτό δεν σηµαίνει βέβαια ότι όλα τα στελέχη των παραπάνω βακτηρίων κάνουν µηλογαλακτική ζύµωση.
Η σηµασία της µηλογαλακτικής ζύµωσης
- Η µηλογαλακτική ζύµωση επιδιώκεται για 3 κυρίως λόγους:
- Μείωση της οξύτητας σε κρασιά που προκύπτουν από γλεύκη µε υψηλή οξύτητα.
- Βελτίωση του αρώµατος των κρασιών.
- Σταθεροποίηση των κρασιών από βακτηριολογική προσβολή µετά την εµφιάλωση.
- Αν και η µηλογαλακτική ζύµωση µειώνει την οξύτητα στους οίνους, πολλοί επιτυγχάνεται εύκολα σε κρασιά µε µεγάλη οξύτητα.
- Άλλοι τρόποι µείωσης της οξύτητας είναι η κατεργασία µε ανθρακικό ασβέστιο οπότε έχουµε καθίζηση τρυγικού και µηλικού οξέος, χρήση ζυµών του είδους Schizosaccharomyces pombe που παράλληλα µε την αλκοολική ζύµωση µεταβολίζουν και το µηλικό οξύ µετατρέποντάς το είτε σε γαλακτικό οξύ, είτε σε αιθανόλη, κλπ.
- Η µηλογαλακτική ζύµωση µεταβάλλει το άρωµα του κρασιού. Η παρουσία του µηλικού οξέος στους οίνους προσδίδει γεύση και οσµή πράσινων ανώριµων φρούτων, ένα είδος στυφάδας και µια ανεπιθύµητη τραχύτητα.Τα χαρακτηριστικά αυτά αποτελούν ένα σοβαρό µειονέκτηµα στην ποιότητα των «λεπτών» ερυθρών οίνων. Αντίθετα, το γαλακτικό οξύ είναι λιγότερο «επιθετικό» µετατρέποντας τους οίνους πιο απαλούς και σαρκώδεις, οι οποίοι εµφανίζονται στο στόµα παχείς, χαρακτηριστικά που συνθέτουν την ποιότητα ενός καλού κρασιού.
- Η µηλογαλακτική ζύµωση θα πρέπει να λαµβάνει χώρα πριν τις κατεργασίες διαύγασης και σταθεροποίησης και πριν το κρασί αποθηκευθεί ή εµφιαλωθεί, καθώς η διεξαγωγή της στο µπουκάλι δηµιουργεί υποστάθµη αλλάζοντας την όψη του προϊόντος.
- Η εξέλιξη της µηλογαλακτικής ζύµωσης εξαρτάται σηµαντικά από τον πολλαπλασιασµό των γαλακτικών βακτηρίων. Η ανάπτυξη του βακτηριακού πλυθησµού παρουσιάζει 2 διαδοχικούς κύκλους:
- Ο πρώτος αρχίζει από τις πρώτες στιγµές οινοποίησης και συµβαδίζει µε την ανάπτυξη των ζυµών. Ο σχηµατισµός όµως της αλκοόλης συντελεί στην παρεµπόδιση του πολλαπλασιασµού των βακτηρίων από µερικές ηµέρες µέχρι µερικές εβδοµάδες (λανθάνουσα φάση), κατά τη διάρκεια της οποίας τα βακτήρια προσαρµόζονται στις νέες συνθήκες.
- Μετά την πάροδο της λανθάνουσας φάσης ξαναρχίζει ο πολλαπλασιασµός των βακτηρίων και εποµένως και ο δεύτερος κύκλος ανάπτυξής τους και όταν ο αριθµός τους φτάσει σ’ ένα ορισµένο µέγεθος (106/mL), τότε αρχίζει η πραγµατοποίηση της µηλογαλακτικής ζύµωσης.
- Η ανάπτυξη των γαλακτικών βακτηρίων εξαρτάται από:
- Τον χρόνο παραµονής του οίνου µε τα στέµφυλα. Πρώιµος αποχωρισµός του οίνου από τα στέµφυλα έχει ως αποτέλεσµα τη µειωµένη συγκέντρωση γαλακτικών βακτηρίων και κατά συνέπεια την καθυστερηµένη εκδήλωση µηλογαλακτικής ζύµωσης.
- Την αλκοόλη. Γενικά τα γαλακτικά βακτήρια του οίνου είναι ανθεκτικά στην αλκοόλη. Όχι όµως και αυτά που βρίσκονται στα σταφύλια. Παρόλο την ανθεκτικότητά τους, η αλκοόλη ασκεί δυσµενή επίδραση στην ανάπτυξή τους, η οποία εξαρτάται βεβαίως από το είδος και το στέλεχος του βακτηρίου. Κατά κανόνα οι βάκιλοι φαίνονται πιο ανθεκτικοί σε σχέση µε τους κόκκους.
- Το SO2. Τα γαλακτικά βακτήρια είναι ευαίσθητα στο θειώδες και µάλιστα περισσότερο από τις ζύµες. Συγκέντρωση 20mg/L θειώδους επιβραδύνει τη µηλογαλακτική ζύµωση, ενώ 100mg/L έχει ως αποτέλεσµα τον τερµατισµό της.
- Τα θρεπτικά συστατικά. Ορισµένα αµινοξέα, βιταµίνες και ανόργανα άλατα είναι απαραίτητα για την ανάπτυξη των γαλακτικών βακτηρίων.
- Τον ανταγωνισµό ζυµών-βακτηρίων. Υπάρχουν στελέχη ζυµών που παρεµποδίζουν την ανάπτυξη των γαλακτικών βακτηρίων µε αποτέλεσµα την καθυστερηµένη έναρξή της.
- Η µηλογαλακτική ζύµωση είναι προτιµότερο να γίνεται κατά τη διάρκεια της αλκοολικής ζύµωσης ή αµέσως µετά το τέλος της.
- Μετά το τέλος της µηλογαλακτικής ζύµωσης, η καλή οινοποιητική πρακτική απαιτεί περαιτέρω κατεργασίες αν και είναι πολύ δύσκολο να έχουµε επανάληψη της µηλογαλακτικής ζύµωσης. Οι κατεργασίες αυτές περιλαµβάνουν την προσθήκη θειώδους, αποθήκευση σε χαµηλές θερµοκρασίες και διόρθωση της οξύτητας αν χρειάζεται. Αν το κρασί υποστεί αποστειρωτική διήθηση, τότε η προσθήκη του θειώδους είναι περιττή.
- Οίνοι που παλαιώνονται πριν από την εµφιάλωση υπόκεινται σχεδόν πάντα σε µηλογαλακτική ζύµωση. Αν ακολουθήσουν οι κατάλληλες κατεργασίες, τότε οι οίνοι αυτοί µπορούν µε ασφάλεια να εµφιαλωθούν χωρίς να διατρέχουν κίνδυνο προσβολής από µηλογαλακτικά βακτήρια στο µπουκάλι. Το ίδιο ισχύει και σε παλαιωµένα κρασιά τα οποία δεν έχουν υποστεί µηλογαλακτική ζύµωση. Σε νέα κρασιά, είναι ευθύνη του οινολόγου αν θα προκαλέσει µηλογαλακτική ζύµωση για να αποφύγει την δηµιουργία ιζήµατος στο µπουκάλι ή θα προχωρήσει σε κατεργασίες µε στόχο την παρεµπόδιση εµφάνισής της. Ο έλεγχος για το εάν έχει πραγµατοποιηθεί µηλογαλακτική ζύµωση ή όχι, στηρίζεται στον ποσοτικό προσδιορισµό του µηλικού οξέος και όχι του γαλακτικού οξέος, καθώς το τελευταίο είναι δυνατόν να παραχθεί και από προσβολή γαλακτικών βακτηρίων. Πολύ µικρές συγκεντρώσεις µηλικού οξέος ή πλήρης απουσία του αποτελούν σαφείς ενδείξεις για πραγµατοποίηση µηλογαλακτικής ζύµωσης.