Ετικέτα, η ταυτότητα των κρασιών

 
 
 
Χωρίς να είναι γνωστό στο ευρύ κοινό, το κρασί σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι το πιο αυστηρά και πολύπλοκα νομοθετημένο γεωργικό προϊόν. Η Ευρωπαϊκή νομοθεσία υπερκαλύπτει σε γενικές γραμμές την ελληνική νομοθεσία, με τη διαφορά ότι η τελευταία, μπορεί να προβλέπει ιδιαίτερες διατάξεις, που προσαρμόζουν την ευρωπαϊκή νομοθεσία, στις ιδιαίτερες συνθήκες παραγωγής σε κάθε Κράτος – Μέλος.

Μπορεί για τον καταναλωτή η ετικέτα ενός κρασιού ν΄αποτελεί μια εικαστική πρόσκληση αγοράς ή μια υπόσχεση για το περιεχόμενο στη φιάλη, για τους οινοποιούς αλλά και άλλους εμπλεκόμενους στον τομέα, η ετικέτα εμπεριέχει ένα σύμπλεγμα κανόνων, που σχετίζονται με το αμπέλι, την ποικιλία, τον τόπο που καλλιεργείται, τις ιδιαίτερες εδαφοκλιματικές συνθήκες, τις μεθόδους οινοποίησης ή και τις ειδικές ενδείξεις που αφορούν την παλαίωση, την θέση των αμπελώνων κλπ.

Δεν θα ήταν άστοχο να αναφέρουμε, ότι το περιεχόμενο μιας ετικέτας απεικονίζει συνήθως την υπεραξία μιας περιοχής, η οποία έχει καθιερωθεί στην αγορά, μετά από συντονισμένες προσπάθειες, των αμπελουργών και των οινοποιών μιας περιοχής και την αποδοχή της φήμης αυτής από το καταναλωτικό κοινό.
Συνεπώς ότι αναφέρεται σε μια ετικέτα κρασιού είναι εν μέρει προβλεπόμενο, κατηγοριοποιεί το συγκεκριμένο κρασί και τις περισσότερες φορές το συνδέει με την τυπικότητα του περιεχομένου, που υπακούει στην τυπικότητα των παραγομένων οίνων μιας περιοχής. 

Για το λόγο αυτό στην Ευρώπη, αλλά και στην Ελλάδα η κατηγοριοποίηση των κρασιών γίνεται με βάση την περιοχή προέλευσης. Τα τελευταία χρόνια το marketing που υιοθέτησαν οι λεγόμενες χώρες του Νέου Κόσμου (εννοούνται οι χώρες που δεν είχαν παράδοση στην παραγωγή κρασιού, όπως ΗΠΑ, Αυστραλία, Ν. Αφρική κλπ), βασίστηκε στην ανάδειξη της ποικιλίας ως διακριτό στοιχείο προς τον καταναλωτή, γεγονός που συνέβαλλε στην αύξηση της ζήτησης οίνων ποικιλιακού προσανατολισμού, με κέντρο βάρους στις διεθνείς ή κοσμοπολίτικες ποικιλίες, όπως Cabernet Sauvignon, Merlot, Syrah, Sauvignon Blanc, Chardonnay, κλπ. Η τάση αυτή ήδη δημιούργησε «μόδα» κατανάλωσης και στην Ευρώπη, άσχετα με το αν οι μόδες έρχονται και παρέρχονται, αφού πλέον ο Νέος Κόσμος, δίνει προβάδισμα και πάλι στα «αυθεντικά» κρασιά που παράγονται σε περιοχές, που μέχρι σήμερα δεν ήταν γνωστές. 

Η σύντομη αυτή εισαγωγή, δεν έχει άλλο στόχο από το να παρουσιάσει τις κατηγορίες των ελληνικών κρασιών, κατηγορίες που από 1/8/2009 τροποποιήθηκαν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή (Commission), προκειμένου να γίνει αντιληπτή μια βαθύτερη ανάγνωση της ετικέτας. Η σήμανση που γίνεται μέσω της ετικέτας έχει υποχρεωτικά στοιχεία για τους οίνους, που κινούνται σε συσκευασίες μικρότερες των 60 lt. Συνεπώς ακόμη και το χύμα κρασί, που καταναλώνουμε σε σημεία εστίασης (εστιατόρια, ταβέρνες, bar, κλπ) έχει μια ταυτότητα, ανεξάρτητα αν ο καταναλωτής δεν την βλέπει. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν δικαιούται να την γνωρίζει, εφόσον την αναζητήσει. 

Η σημερινή κατηγοριοποίηση των ελληνικών οίνων, τουλάχιστον όπως προβλέπεται από τον ισχύοντα κανονισμό της ΚΟΑ Οίνου (ΕΚ) 479/08 του Συμβουλίου και τον εφαρμοστικό κανονισμό (ΕΚ) 607/0 της Επιτροπής, συνδέει τις προϊσχύουσες κατηγορίες οίνων με τις νέες κατηγορίες, που ισχύουν για τα υπόλοιπα γεωργικά προϊόντα. 

Πρόσθετος στόχος της κατηγοριοποίησης των οίνων, είναι η προστασία των ενδείξεων, οι οποίες στο εξής καταχωρούνται ηλεκτρονικά σε «Μητρώο» Προστατευομένων Ονομασιών Προέλευσης (Π.Ο.Π.) και Προστατευομένων Γεωγραφικών Ενδείξεων (Π.Γ.Ε.) μετά από αίτηση στην Commission και οι οποίες δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Από την στιγμή που θα καταχωρηθούν στο Μητρώο οι ενδείξεις προστατεύονται ως προς την χρήση τους, σε παγκόσμιο επίπεδο. 

Οι νέες κατηγορίες, των ελληνικών οίνων που ισχύουν από 1/8/2009 είναι αυτή των Π.Ο.Π. (Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης) και των Π.Γ.Ε. (Προστατευόμενη Γεωγραφική Ένδειξη), των ποικιλιακών οίνων και των οίνων χωρίς ένδειξη Π.Ο.Π. και Π.Γ.Ε. 

Η κατηγορία των οίνων Π.Ο.Π. περιλαμβάνει τους οίνους Ο.Π.Α.Π. (Ονομασία προέλευσης Ανωτέρας Ποιότητας – Appellation d’origine de qualité superieure), τους οίνους Ο.Π.Ε. (Ονομασία Προέλευσης Ελεγχόμενη – Appellation d’origine controlée), τους οίνους “γλυκύς φυσικός” (vin doux naturel) και τους οίνους “φυσικώς γλυκός” (vin naturellement doux). 

Η κατηγορία των Π.Γ.Ε. περιλαμβάνει τους “Τοπικούς Οίνους” (vin de pays) και τoυς οίνους με “Ονομασία κατά Παράδοση” (appellation traditionnelle).
Εκτός του τοπωνυμίου της ποικιλίας και της εσοδείας στις ετικέτες των οίνων Π.Ο.Π. και Π.Γ.Ε. μπορούν ν’ αναγράφονται παραδοσιακές ενδείξεις όπως π.χ. Οίνος Λευκός από ερυθρά σταφύλια (Blanc de noir), οίνος πλαγίων (Vin de coteaux), οίνος Νησιωτικών αμπελώνων (Vin de vignoble(s) insulaire(s) ), Λιαστός (Vin de paille) κ.α. (ΦΕΚ 179Β / 19.2.2002)

Επιπλέον οι οίνοι Π.Ο.Π. και Π.Γ.Ε., μπορούν στις ετικέτες τους να αναφέρουν ενδείξεις σχετικά με το χρόνο ωρίμασης ή παλαίωσης τους σε βαρέλι ή φιάλη ή και ενδείξεις που αφορούν τον τρόπο παραγωγής ή τις μεθόδους παρασκευής τους όπως π.χ. Παλαιωμένος σε βαρέλι για …. Χ μήνες, Νέος ή Νεαρός Οίνος, κ.λπ. (ΦΕΚ 818Β / 15.6.2005). Ειδικότερα για τους οίνους Ο.Π.Α.Π. (κατηγορία Π.Ο.Π.) ισχύουν πρόσθετες ενδείξεις παλαίωσης σε βαρέλι και φιάλη RESERVE και GRAND RESERVE, ενώ για τους οίνους με Γεωγραφική Ένδειξη προβλέπεται η ένδειξη Κάβα ή CAVA (ΦΕΚ 875Β / 28.6.2005).

Τέλος οι οίνοι Π.Ο.Π. και Π.Γ.Ε. μπορούν υπό προϋποθέσεις στις ετικέτες τους να φέρουν ενδείξεις που σχετίζονται με όνομα αμπελουργικής εκμετάλλευσης όπως Πύργος, Μοναστήρι, Κάστρο, Βίλα, Κτήμα, Αρχοντικό (ΦΕΚ 420Β / 20.4.1999).
Στην επισήμανση και παρουσίαση των κρασιών μέσω της ετικέτας, ορισμένες ενδείξεις, είναι υποχρεωτικές και αφορούν:
α) την ονομασία του αμπελοοινικού προϊόντος (μπορεί να παραλείπεται για Π.Ο.Π. και Π.Γ.Ε.)
  • Οίνος
  • Νεαρός οίνος, που βρίσκεται σε ζύμωση
  • Οίνος λικέρ
  • Αφρώδης οίνος
  • Αφρώδης οίνος ποιότητας
  • Αφρώδεις οίνοι ποιότητας αρωματικού τύπου
  • Αεριούχος αφρώδης οίνος
  • Ημιαφρώδης οίνος
  • Αεριούχος ημιαφρώδης οίνος
  • Οίνος από λιαστά σταφύλια
  • Οίνος από υπερώριμα σταφύλια
β) τους οίνους με Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης ή Προστατευόμενη Γεωγραφική ένδειξη, δηλαδή η αναφορά στην ετικέτα:
  • Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης ή και Προστατευόμενη Γεωγραφική ένδειξη και η
  • Ονομασία της Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης ή και Προστατευόμενη Γεωγραφική ένδειξη (π.χ. Π.Ο.Π. Αμυνταίου) ή Προστατευόμενη Γεωγραφική ένδειξη ( Π.Γ.Ε. / Τοπικός οίνος Τριφυλίας)
γ) τον αποκτημένο αλκοολικό τίτλο (π.χ. 12% vol)
δ) την ένδειξη προέλευσης
ε) την ένδειξη του εμφιαλωτή
στ) την ένδειξη του εισαγωγέα, στην περίπτωση εισαγόμενων οίνων
ζ) την ένδειξη περιεκτικότητας σε σάκχαρα (Αφρώδεις οίνοι)
η) τον ονομαστικό όγκο της φιάλης (π.χ. 0,75 cl)
θ) τον τύπο του κρασιού (λευκός, ροζέ, ερυθρός κλπ.)
ι) το όνομα του εμφιαλωτή και ο τόπος εμφιάλωσης ή οινοποίησης (για τους οίνους χωρίς ένδειξη ΠΟΠ, ΠΓΕ και τους ποικιλιακούς, η Διεύθυνση και το όνομα του εμφιαλωτή καθώς και το Εμπορικό Όνομα)
ια) την ένδειξη ότι «περιέχονται θειώδη»
Επιπλέον στις ετικέτες μπορούν ν’ αναγράφονται και ενδείξεις, προαιρετικού χαρακτήρα, ανάλογα με την κατηγορία οίνου όπως:
α) το έτος συγκομιδής (εξαιρούνται οι οίνοι χωρίς ένδειξη Π.Ο.Π. ή Π.Γ.Ε., ενώ εντάσσεται η νέα κατηγορία των ποικιλιακών οίνων)
β) το όνομα μιας ή περισσοτέρων ποικιλιών σταφυλιού (με την προϋπόθεση της α. παραγράφου)
γ) την ένδειξη περιεκτικότητας σε σάκχαρα
δ) το κοινοτικό σύμβολο που αναφέρει την Π.Ο.Π. ή την Π.Γ.Ε.
ε) τις ενδείξεις που αφορούν μεθόδους παραγωγής, όπως αναφέρθηκαν ανωτέρω
στ) το όνομα άλλης γεωγραφικής ενότητας, μικρότερης ή μεγαλύτερης από αυτήν των οίνων Π.Ο.Π. ή Π.Γ.Ε.
Για τους οίνους Π.Ο.Π. (ΟΠΑΠ, ΟΠΕ, κλπ.) και οίνους Π.Γ.Ε. (Τοπικούς και Ονομασία κατά Παράδοση), ισχύουν επιπλέον ειδικές διατάξεις βάσει της εθνικής νομοθεσίας.